Οι δεσμοί που μας κρατούν και μας ελευθερώνουν
- panagiotabounti
- 19 Οκτ
- διαβάστηκε 3 λεπτά
Μέσα σε κάθε οικογένεια υπάρχει ένας αόρατος ιστός που μας συνδέει — ένα πλέγμα από λόγια, σιωπές, βλέμματα και προσδοκίες που μας διαμορφώνει πολύ πριν αποκτήσουμε επίγνωση του εαυτού μας.
Οι δεσμοί αυτοί μπορεί να είναι πηγή ασφάλειας και αγάπης, αλλά κάποιες φορές γίνονται και δεσμά, κρατώντας μας εγκλωβισμένους σε ρόλους που δεν μας ανήκουν πια.
Θυμάμαι μια γυναίκα που μιλούσε με δάκρυα στα μάτια για την ανάγκη της να πάρει απόσταση από τους γονείς της.
«Τους αγαπώ», έλεγε, «αλλά νιώθω πως δεν μπορώ να αναπνεύσω».
Κάθε της σκέψη για ανεξαρτησία την πλημμύριζε με ενοχές. Σαν να πρόδιδε κάτι ιερό· σαν να αποχωριζόταν όχι μόνο τους γονείς της, αλλά και ένα κομμάτι του εαυτού της.
Όμως δεν είναι μόνο η αγάπη που μπορεί να κρατά κάποιον δεμένο.
Μερικές φορές, ακόμη κι όταν το οικογενειακό περιβάλλον δεν είναι θετικό —όταν υπάρχει τοξικότητα, επιθετικότητα ή βία—, το παιδί μαθαίνει να τα θεωρεί φυσιολογικά.
Τα οικειοποιείται. Η ένταση γίνεται γνώριμη, η σιωπή ασφαλής, η προσβολή «κάτι που συμβαίνει σε όλους».
Και όσο κι αν πονά, το οικείο φαντάζει πιο ασφαλές από το άγνωστο.
Έτσι, μεγαλώνοντας, πολλοί άνθρωποι κουβαλούν μέσα τους αυτό το παράδοξο: προστατεύουν εκείνο που τους πλήγωσε, γιατί το μυαλό τους το έχει βαφτίσει «φυσιολογικό».
Η γυναίκα αυτή δεν ήταν απλώς ένα παιδί που δυσκολευόταν να αποχωριστεί τους γονείς της· ήταν το αποτέλεσμα μιας ολόκληρης ιστορίας σχέσεων, όπου η αγάπη μπλεκόταν με τον φόβο και η φροντίδα με τον έλεγχο.
Μέσα στη θεραπευτική διαδικασία, δεν προσπαθήσαμε να σπάσουμε αυτούς τους δεσμούς, αλλά να τους κατανοήσουμε.
Να δούμε πώς η αγάπη μπορεί να μεταμφιέζεται σε φόβο, και πώς ο φόβος μπορεί να ντύνεται με τη στολή της φροντίδας.
Σιγά σιγά, άρχισε να ξεχωρίζει ποια συναισθήματα ήταν δικά της και ποια ανήκαν στην οικογενειακή ιστορία.
Να βλέπει πως η οικειότητα δεν είναι πάντα αγάπη· και πως η ασφάλεια δεν σημαίνει απαραίτητα ελευθερία.
Έμαθε ότι μπορεί να αγαπά, αλλά και να κρατά απόσταση. Να είναι παρούσα, χωρίς να παρασύρεται.
Η στιγμή που μπόρεσε να πει «μπορώ να σας αγαπώ και να κρατώ τον εαυτό μου ασφαλή» ήταν η πραγματική της απελευθέρωση.
Δεν χρειάστηκε να φύγει από τις σχέσεις· χρειάστηκε απλώς να σταθεί σε μια νέα θέση — σε μια απόσταση που δεν σημαίνει αποξένωση, αλλά σεβασμό.
Μια απόσταση που χωράει και αγάπη και όρια.
Και αυτή η κατανόηση δεν αφορά μόνο την οικογένεια.
Οι ίδιες δυναμικές συχνά επαναλαμβάνονται στις ενήλικες σχέσεις — στους συντρόφους, στους φίλους, ακόμη και στους επαγγελματικούς δεσμούς.
Όταν έχουμε μεγαλώσει μέσα σε συναισθηματικά φορτισμένα ή δύσκολα περιβάλλοντα, δηλαδή σε σχέσεις όπου υπήρχαν αστάθεια, κριτική, υπερπροστασία ή έλλειψη συναισθηματικής διαθεσιμότητας, μαθαίνουμε να σχετιζόμαστε με τρόπους που εξυπηρετούν την επιβίωσή μας και όχι την αυθεντικότητά μας.
Έτσι, στην ενήλικη ζωή, μπορεί να αναζητούμε ανθρώπους ή καταστάσεις που αναπαράγουν εκείνη τη γνώριμη ένταση — όχι επειδή μας κάνουν καλό, αλλά επειδή μας είναι οικείες.
Η ψυχοθεραπεία, σε αυτές τις περιπτώσεις, βοηθά το άτομο να αναγνωρίσει τα μοτίβα σύνδεσης που έχει μάθει, να κατανοήσει τις ρίζες τους και να αποκτήσει νέους, πιο λειτουργικούς τρόπους σχέτισης.
Μαθαίνουμε σταδιακά να αναγνωρίζουμε τι σημαίνει συναισθηματική ασφάλεια, αμοιβαιότητα και σεβασμός — να μπορούμε να είμαστε κοντά χωρίς να χάνουμε τον εαυτό μας.
Αυτό δεν είναι απόρριψη του παρελθόντος, αλλά επαναδιαπραγμάτευση του τρόπου που σχετιζόμαστε με αυτό.
Η αλλαγή δεν είναι ποτέ εύκολη, αλλά είναι μια βαθιά ανθρώπινη διαδικασία.
Κάθε βήμα προς την επίγνωση μάς φέρνει πιο κοντά στην ελευθερία να αγαπάμε με υγεία — χωρίς φόβο, χωρίς ενοχή, χωρίς να μικραίνουμε τον εαυτό μας για να χωρέσουμε.
Δεν χρειάζεται να απομακρυνθούμε από όσους αγαπάμε· αρκεί να μάθουμε να στεκόμαστε διαφορετικά μέσα στις σχέσεις, με όρια που γεννούν σεβασμό και οικειότητα μαζί.



Σχόλια